Οι ευρωπαϊκές πλέον προδιαγραφές ΕURO 5 εκπομπής ρύπων πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων, περιορίζουν κατά πολύ τις εκπομπές αιθάλης που είναι σωματιδιακό κατάλοιπο καύσης.
Η παραγόμενη ποσότητα αιθάλης σαν στερεό κατάλοιπο ποικίλει:
Στους EURO 5 και μετέπειτα common rail κινητήρες, οι αυτοκινητοβιομηχανίες τοποθετούν ένα φίλτρο σωματιδίων κάπνας (αιθαλοπαγίδα) τα οποία χάριν συντομίας έχει καθιερωθεί ως ονομασία τους, τα αρχικά DPF (Diesel Particulate Filter), προκειμένου να δεσμεύσουν τα σωματίδια αιθάλης.
Τα φίλτρα DPF έχουν την ιδιότητα να κατακρατούν τα σωματίδια αιθάλης ενώ αφήνουν τα λοιπά αέρια να εξέλθουν. Όπως όλα τα φίλτρα όμως, κάποια στιγμή βουλώνουν από την συσσώρευση σωματιδίων και θα χρειασθεί να αδειάσουν οι κυψελίδες κατακράτησης, προκειμένου να ανακτήσουν τις ιδιότητες τους.
Αρκετά μοντέλα διαθέτουν έναν αισθητήρα διαφορικής πίεσης, όπου μετρούν την πίεση κατά την εισαγωγή καυσαερίων στο φίλτρο σε αντιδιαστολή με την πίεση εξαγωγής καυσαερίων από το φίλτρο, ώστε να έχουν άμεσα την πληροφορία φορτίου σωματιδίων στο φίλτρο, προκειμένου να ξεκινούν διαδικασία προειδοποίησης με ειδική λυχνία, με σκοπό την αποσυμφόρηση και αναγέννηση του φίλτρου.
Για την αναγέννηση η ανανέωση του φίλτρου υπάρχουν τρεις κυρίως μέθοδοι εκτός της αντικατάστασης:
Τι θα συμβεί αν αγνοήσω την λυχνία βλάβης DPF;
Τότε η αναγέννηση καθίσταται αρκετά δύσκολή έως αδύνατη, και η μόνη λύση θα είναι πλέον ο καθαρισμός από εξειδικευμένο μηχάνημα ή άμεση αντικατάσταση του φίλτρου DPF.